Αποχαιρετισμός
Με φώναξες αργά το μεσημέρι.
Ήμασταν μόνοι,
Ήμασταν μόνοι,
τα φώτα μόνο ανοικτά κι ο
εξαερισμός,
ν’ ανακυκλώνει τον βαρύ αέρα
του ορόφου.
Μου μίλησες απλά, συχνά
κομπιάζοντας,
με παρακάλεσες για τα
παιδιά σου
- έτσι τα είπες τα κορίτσια
που δουλεύατε μαζί -
να τα προσέχω, να είμαι δίπλα
τους.
«Κι εσύ;» σε ρώτησα, «πού θα
‘σαι;»
«Εγώ», μ’ απάντησες «θ’ αργήσω
λίγο».
Το βλέμμα της υγρό,
ψηλά ένα σταυρό αγκάλιαζε στον
τοίχο,
γεμάτο πόνο κι ικεσία,
ίσως και προσμονή.
Ήταν αυτή που τώρα
σταυρωνόταν.
«Θα λείψω για τρεις μήνες,
ή και περισσότερο, ποιος
ξέρει;
Ανάλογα με την Ανάσταση»
Αργεί;
Ποιος ξέρει;
πηγή: http://anastasiosk.blogspot.gr/2017/04/blog-post_50.html